Хиткий грецькою
Переклад: хиткий, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
τρελός, αμμώδης, απαλλάσσω, ζαλισμένος, τρελούτσικος, ταλαντευόμενος, wobbly, ασταθή, των wobblies, ασταθές
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: хиткий
хиткий словник, хиткий мовний словник грецька, хиткий грецькою
Переклади
- хитати грецькою - ταλαντώνομαι, βράχος, βράχο, ροκ, βράχου, πέτρα
- хитатися грецькою - αναπηδώ, κρεμιέμαι, κουνώ, αμφιρρέπω, κούνια, swing, ταλάντευση, ...
- хитливий грецькою - ευμετάβλητος, μεταβλητός, ζαλισμένος, ασταθής, απαλλάσσω, άστατος, ανερμάτιστος, ...
- хитний грецькою - ταλάντευση, swinging, αιώρησης, αιωρούνται, αιώρηση
Випадкові слова
Хиткий грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: τρελός, αμμώδης, απαλλάσσω, ζαλισμένος, τρελούτσικος, ταλαντευόμενος, wobbly, ασταθή, των wobblies, ασταθές
Переклади: τρελός, αμμώδης, απαλλάσσω, ζαλισμένος, τρελούτσικος, ταλαντευόμενος, wobbly, ασταθή, των wobblies, ασταθές