Чималий грецькою
Переклад: чималий, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
αρκετός, αξιόλογος, σημαντικός, σημαντική, σημαντικές, σημαντικό, σημαντικά
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: чималий
чималий живіт, чималий мовний словник грецька, чималий грецькою
Переклади
- чий грецькою - των οποίων, του οποίου, του οποίου η, των οποίων οι, των οποίων η
- чим грецькою - από, τι, αυτό που, το τι, ποια
- чимало грецькою - δεν, πολύ, πολλά, μεγάλο, μεγάλη, μεγάλο μέρος
- чин грецькою - βαθμολογώ, τάξη, βαθμός, κατάταξη, βαθμού, rank
Випадкові слова
Чималий грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: αρκετός, αξιόλογος, σημαντικός, σημαντική, σημαντικές, σημαντικό, σημαντικά
Переклади: αρκετός, αξιόλογος, σημαντικός, σημαντική, σημαντικές, σημαντικό, σημαντικά