Чужій грецькою
Переклад: чужій, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
αλλοδαπός, ξένος, παράξενος, παράξενη, παράξενο, περίεργο, παράξενα
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: чужій
чужій чи власній долі я служу, чужій мовний словник грецька, чужій грецькою
Переклади
- чужою грецькою - εξωτερικός, αλλοδαπός, ξένος, αλλοδαπού, αλλοδαπό, ξένα, εξωγήινων
- чужої грецькою - ξένος, αλλοδαπός, εξωτερικός, αλλοδαπού, αλλοδαπό, ξένα, εξωγήινων
- чуйний грецькою - φιλάνθρωπος, ησυχασμός, ζωντανός, υπόλοιπος, ξεκουράζομαι, ανταποκρίνεται, ανταποκρίνονται, ...
- чуйно грецькою - ευαισθησία, με ευαισθησία, ευαίσθητα, με προσοχή
Випадкові слова
Чужій грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: αλλοδαπός, ξένος, παράξενος, παράξενη, παράξενο, περίεργο, παράξενα
Переклади: αλλοδαπός, ξένος, παράξενος, παράξενη, παράξενο, περίεργο, παράξενα