Шпичастий грецькою
Переклад: шпичастий, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
περίγελος, γελοίος, πικάντικος, πικάντικη, πικάντικο, διαπεραστική, δριμεία
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: шпичастий
шпичастий мовний словник грецька, шпичастий грецькою
Переклади
- шпиталь грецькою - νοσοκομείο, Νοσοκομείου, Νοσοκομειακή, Hospital, του νοσοκομείου
- шпиця грецькою - βελόνα, είδος λευκού σκύλου, Spitz, σπίτζ ο, σπίτζ, είδος λευκού
- шпора грецькою - κεντρίζω, σπιρούνι, παρακινώ, σπιρουνίζω, ώθηση, κίνητρο, κέντρισμα, ...
- шприц грецькою - σύριγγα, σύριγγας, της σύριγγας, σύριγγος, τη σύριγγα
Випадкові слова
Шпичастий грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: περίγελος, γελοίος, πικάντικος, πικάντικη, πικάντικο, διαπεραστική, δριμεία
Переклади: περίγελος, γελοίος, πικάντικος, πικάντικη, πικάντικο, διαπεραστική, δριμεία