Břemeno v řečtině
Překlad: břemeno, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
φορτίζω, βάρος, ζαλίκι, κατηγορία, φορτίο, φροντίδα, γεμίζω, φορτώνω, επιβάρυνση, επιβάρυνσης, βάρους
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: břemeno
břemeno antonyma, břemeno bílého muže, břemeno bílého muže kipling, břemeno bílého člověka, břemeno dožití, břemeno jazykový slovník řečtina, břemeno v řečtině
Překlady
- běžící v řečtině - τρέξιμο, λειτουργία, λειτουργίας, τρέχει, διεξαγωγή
- břeh v řečtině - νήμα, όχθη, πλευρά, τράπεζα, εξοκέλλω, κλώνος, ακτή, ...
- břevno v řečtině - δοκός, αχτίδα, καδρόνι, ακτίνα, δέσμη, δέσμης, δοκού
- břečka v řečtině - ξεπλένω, λίπος, slush, λάσπη χιονιού, μισολειωμένο, μισολειωμένο προϊόν
Náhodná slova
Břemeno v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: φορτίζω, βάρος, ζαλίκι, κατηγορία, φορτίο, φροντίδα, γεμίζω, φορτώνω, επιβάρυνση, επιβάρυνσης, βάρους
Překlady: φορτίζω, βάρος, ζαλίκι, κατηγορία, φορτίο, φροντίδα, γεμίζω, φορτώνω, επιβάρυνση, επιβάρυνσης, βάρους