Dílčí v řečtině
Překlad: dílčí, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
μερικός, αποσπασματικός, συστατικό, συνιστώσα, εξάρτημα, συστατικού, στοιχείου
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: dílčí
dílčí antonyma, dílčí cíle, dílčí daňové přiznání, dílčí gramatika, dílčí kvalifikace, dílčí jazykový slovník řečtina, dílčí v řečtině
Překlady
- dílna v řečtině - προδίδω, ψωνίζω, ατελιέ, μαγαζί, συνεργείο, εργαστήριο, εργαστηρίου, ...
- dílo v řečtině - καθήκον, δουλεύω, γραφή, εργάζομαι, δημιουργία, δουλειά, εργασία, ...
- díra v řečtině - υπόκωφος, δάκρυ, χάσμα, σκάβω, διαρροή, οπή, διαρρέω, ...
- dírkovat v řečtině - διατρυπώ, γρονθοκοπώ, παρακέντηση, διάτρηση, παρακέντησης, τρυπήματος, διάτρησης
Náhodná slova
Dílčí v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: μερικός, αποσπασματικός, συστατικό, συνιστώσα, εξάρτημα, συστατικού, στοιχείου
Překlady: μερικός, αποσπασματικός, συστατικό, συνιστώσα, εξάρτημα, συστατικού, στοιχείου