Intelektuální v řečtině

Překlad: intelektuální, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
πνευματικός, διανοούμενος, διανοητικός, πνευματικής, πνευματική, διανοητικής, της πνευματικής
Intelektuální v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: intelektuální

intelektuální antonyma, intelektuální city, intelektuální filmy, intelektuální gramatika, intelektuální kapitál, intelektuální jazykový slovník řečtina, intelektuální v řečtině

Překlady

  • intelektualizovat v řečtině - διανοητικοποιήσετε, διανοητικοποιήσουν, να διανοητικοποιήσουν, σε διανοητικό, σε διανοητικό επίπεδο
  • intelektuál v řečtině - πνευματικός, διανοούμενος, διανοητικός, πνευματικής, πνευματική, διανοητικής, της πνευματικής
  • intelektuálně v řečtině - διανοητικά, πνευματικά, πνευματική, διανοητικώς, νοητικά
  • intelektuálský v řečtině - διανοούμενος, highbrow, διανοουμένων, διανοουμενίστικου
Náhodná slova
Intelektuální v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: πνευματικός, διανοούμενος, διανοητικός, πνευματικής, πνευματική, διανοητικής, της πνευματικής