Navázat v řečtině
Překlad: navázat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
καθιερώσει, δημιουργία, καθιέρωση, καθορίσει, θεσπίσει
Jiné jazyky
Příbuzná slova: navázat
navázat antonyma, navázat gramatika, navázat háček, navázat háček s očkem, navázat kontakt, navázat jazykový slovník řečtina, navázat v řečtině
Překlady
- navádění v řečtině - οδηγία, καθοδήγηση, οδηγίες, καθοδήγησης, προσανατολισμού
- navádět v řečtině - ξεκινώ, ενθαρρύνω, παρακινώ, υποβοηθώ, εξωθώ, ΥΠΟΚΙΝΗΣΤΕ
- navážka v řečtině - ανάχωμα, το τμήμα, το μέρος, το τμήμα που, το τμήμα του, κατά το τμήμα
- navíjet v řečtině - μηχανάκι, πηνίο, κουλούρα, εκκαθάριση, περάτωση, ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ, συνεχεία, ...
Náhodná slova
Navázat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: καθιερώσει, δημιουργία, καθιέρωση, καθορίσει, θεσπίσει
Překlady: καθιερώσει, δημιουργία, καθιέρωση, καθορίσει, θεσπίσει