Pěstovat v řečtině
Překlad: pěstovat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
εκπαιδεύω, μέχρι, πισινός, τρέφω, σηκώνω, αναπαράγω, παγανίζω, θετός, αναστηλώνω, σκαλίζω, υψώνω, υιοθετώ, τρένο, κήπος, μεγαλώνω, ράτσα, μεγαλώνουν, αναπτυχθούν, αυξάνονται, αυξάνεται, αναπτύσσονται
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: pěstovat
co pěstovat, jak pěstovat, jak pěstovat bylinky, jak pěstovat konopí, jak pěstovat marihuanu, pěstovat jazykový slovník řečtina, pěstovat v řečtině
Překlady
- pěstitel v řečtině - εκτροφέας, καλλιεργητής, παραγωγός, παραγωγό, καλλιεργητή, παραγωγού
- pěstoun v řečtině - κηδεμόνας, θετός, Foster, προώθηση, Φόστερ, προωθούν
- pěstování v řečtině - αναπαραγωγή, πολιτισμός, καλλιέργεια, καλλιέργειας, την καλλιέργεια, καλλιέργειες, της καλλιέργειας
- pěstěný v řečtině - περιποιημένα, περιποιημένο, manicured, διαμορφωμένους, περιποιημένους
Náhodná slova
Pěstovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: εκπαιδεύω, μέχρι, πισινός, τρέφω, σηκώνω, αναπαράγω, παγανίζω, θετός, αναστηλώνω, σκαλίζω, υψώνω, υιοθετώ, τρένο, κήπος, μεγαλώνω, ράτσα, μεγαλώνουν, αναπτυχθούν, αυξάνονται, αυξάνεται, αναπτύσσονται
Překlady: εκπαιδεύω, μέχρι, πισινός, τρέφω, σηκώνω, αναπαράγω, παγανίζω, θετός, αναστηλώνω, σκαλίζω, υψώνω, υιοθετώ, τρένο, κήπος, μεγαλώνω, ράτσα, μεγαλώνουν, αναπτυχθούν, αυξάνονται, αυξάνεται, αναπτύσσονται