Přidružit v řečtině
Překlad: přidružit, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
προσχωρώ, ενσωματώνω, προσκτώμαι, συνεργάτης, συνεργάτη, συγγενούς, συγγενή, συνδεδεμένη
Jiné jazyky
Příbuzná slova: přidružit
přidružit antonyma, přidružit gramatika, přidružit křížovka, přidružit pravopis, přidružit synonymum, přidružit jazykový slovník řečtina, přidružit v řečtině
Překlady
- přidat v řečtině - βάζω, τοποθετώ, συνδέω, ενώνω, συνενώνω, επισυνάπτω, κατατάσσομαι, ...
- přidružený v řečtině - συσχετίζω, συνέταιρος, συνεργάτης, συνεργάτη, συγγενούς, συγγενή, συνδεδεμένη
- přidržet v řečtině - κρατώ, εξακολουθώ, αμπάρι, κατακρατώ, κρατήστε, κρατήστε πατημένο το, κρατήστε πατημένο, ...
- přidávat v řečtině - προσθέτω, προσθέστε, προσθέσετε, προσθέτουν, προσθέσει, να προσθέσετε
Náhodná slova
Přidružit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: προσχωρώ, ενσωματώνω, προσκτώμαι, συνεργάτης, συνεργάτη, συγγενούς, συγγενή, συνδεδεμένη
Překlady: προσχωρώ, ενσωματώνω, προσκτώμαι, συνεργάτης, συνεργάτη, συγγενούς, συγγενή, συνδεδεμένη