Ručitel v řečtině
Překlad: ručitel, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
χορηγός, χορηγώ, εγγύηση, αντίκρισμα, εγγυητής, εγγυώμαι, εχέγγυο, εγγυητή, του εγγυητή, τριτεγγυητή, εγγυάται
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: ručitel
ručitel antonyma, ručitel definice, ručitel dph, ručitel gramatika, ručitel hypotéky, ručitel jazykový slovník řečtina, ručitel v řečtině
Překlady
- ručení v řečtině - εχέγγυο, εγγύηση, ασφάλεια, εγγυώμαι, αντίκρισμα, τριτεγγύηση, ευθύνη, ...
- ručit v řečtině - βεβαιώνομαι, υπόσχομαι, εξασφαλίζω, ένταλμα, εγγυώμαι, αντίκρισμα, εχέγγυο, ...
- ručnice v řečtině - καραμπίνα, τουφέκι, όπλο, τυφέκιο, το όπλο, όπλου
- ruční v řečtině - χέρι, δείκτης, εγχειρίδιο, δίνω, παραδίνω, πλευρά, το χέρι, ...
Náhodná slova
Ručitel v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: χορηγός, χορηγώ, εγγύηση, αντίκρισμα, εγγυητής, εγγυώμαι, εχέγγυο, εγγυητή, του εγγυητή, τριτεγγυητή, εγγυάται
Překlady: χορηγός, χορηγώ, εγγύηση, αντίκρισμα, εγγυητής, εγγυώμαι, εχέγγυο, εγγυητή, του εγγυητή, τριτεγγυητή, εγγυάται