Spolehnutí v řečtině
Překlad: spolehnutí, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
αυτοπεποίθηση, εξάρτηση, εχεμύθεια, εμπιστεύομαι, εμπιστοσύνη, εξάρτηση από, εξάρτησης, επίκληση
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: spolehnutí
citáty spolehnutí, spolehnutí antonyma, spolehnutí gramatika, spolehnutí křížovka, spolehnutí pravopis, spolehnutí jazykový slovník řečtina, spolehnutí v řečtině
Překlady
- spolehlivost v řečtině - αντίκρισμα, πίστη, ασφάλεια, αξιοπιστία, πιστότητα, σταθερότητα, την αξιοπιστία, ...
- spolehlivý v řečtině - χρηματοκιβώτιο, φερέγγυος, αληθής, βέβαιος, ασφαλής, αξιόπιστος, αλάνθαστος, ...
- spolek v řečtině - πρωτάθλημα, συντροφιά, ομοσπονδία, κοινωνία, ρόπαλο, συνομοσπονδία, λέσχη, ...
- společenskost v řečtině - αγελαίο, κοινωνικότητα, σμήνη
Náhodná slova
Spolehnutí v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: αυτοπεποίθηση, εξάρτηση, εχεμύθεια, εμπιστεύομαι, εμπιστοσύνη, εξάρτηση από, εξάρτησης, επίκληση
Překlady: αυτοπεποίθηση, εξάρτηση, εχεμύθεια, εμπιστεύομαι, εμπιστοσύνη, εξάρτηση από, εξάρτησης, επίκληση