Sporý v řečtině
Překlad: sporý, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
κοντός, πενιχρός, ανεπαρκής, λιγοστά, πενιχρά, φτωχός
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: sporý
sporý antonyma, sporý gramatika, sporý křížovka, sporý pravopis, sporý slovník, sporý jazykový slovník řečtina, sporý v řečtině
Překlady
- sportovní v řečtině - αθλητικός, αθλητισμός, σπορ, αθλητικών, αθλήματα, αθλητικές
- sporák v řečtině - κουζίνα, κουζίνας, βραστήρα, ηλεκτρική κουζίνα, χύτρα
- spotřeba v řečtině - χρήση, κατανάλωση, φθίση, κατανάλωσης, την κατανάλωση, της κατανάλωσης, κατανάλωση από
- spotřebitel v řečtině - χρήστης, καταναλωτής, καταναλωτών, καταναλωτή, των καταναλωτών, καταναλωτές
Náhodná slova
Sporý v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: κοντός, πενιχρός, ανεπαρκής, λιγοστά, πενιχρά, φτωχός
Překlady: κοντός, πενιχρός, ανεπαρκής, λιγοστά, πενιχρά, φτωχός