Vést v řečtině

Překlad: vést, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
διοικώ, διεξάγω, καβαλιέρος, διαβιβάζω, αντεπεξέρχομαι, φτιάχνω, χορηγώ, μόλυβδος, κατασκευάζω, καταφέρνω, πηγαίνω, ξεναγώ, σκηνοθετώ, διευθύνω, μεταδίδω, χερούλι, οδηγήσουν, να οδηγήσει, οδηγήσει, οδηγούν, οδηγεί
Vést v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: vést

vést a být veden, vést anglicky, vést antonyma, vést gramatika, vést konat žít, vést jazykový slovník řečtina, vést v řečtině

Překlady

  • vážný v řečtině - τάφος, σκεπτικός, βλοσυρός, δύσκολος, σημαντικός, καίριος, συμπαγής, ...
  • vážně v řečtině - σοβαρά, ειλικρινά, βαριά, στα σοβαρά, σοβαρό, σοβαρότητα, σοβαρά τη
  • vévodit v řečtině - κυριαρχώ, δεσπόζω, κυριαρχούν, κυριαρχεί, κυριαρχήσουν, κυριαρχήσει, δεσπόζουν
  • vévodský v řečtině - δουκικός, δουκική, δουκικού, δουκικά, δουκικό
Náhodná slova
Vést v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: διοικώ, διεξάγω, καβαλιέρος, διαβιβάζω, αντεπεξέρχομαι, φτιάχνω, χορηγώ, μόλυβδος, κατασκευάζω, καταφέρνω, πηγαίνω, ξεναγώ, σκηνοθετώ, διευθύνω, μεταδίδω, χερούλι, οδηγήσουν, να οδηγήσει, οδηγήσει, οδηγούν, οδηγεί