Tov på græsk
Oversættelse: tov, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
σκοινί, Σχοινιά, Συρματόσχοινα, Τα συρματόσχοινα, Κομποσκοίνια, σχοινιά που
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: tov
mazel tov, tov antonymer, tov betydning, tov knob, tov krydsord, tov sprog ordbog græsk, tov på græsk
Oversættelser
- torv på græsk - αγορά, δίκαιος, πανηγύρι, ξανθός, τετράγωνο, πλατεία, τετραγωνικών, ...
- total på græsk - πλήρης, ολικός, σύνολο, γεμάτος, μεστός, συνολικός, συνολικό, ...
- tradition på græsk - παράδοση, παράδοσης, την παράδοση, η παράδοση
- trafik på græsk - δοσοληψία, κυκλοφορία, κίνηση, κυκλοφορίας, της κυκλοφορίας, κίνησης
Tilfældige ord
Tov på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: σκοινί, Σχοινιά, Συρματόσχοινα, Τα συρματόσχοινα, Κομποσκοίνια, σχοινιά που
Oversættelser: σκοινί, Σχοινιά, Συρματόσχοινα, Τα συρματόσχοινα, Κομποσκοίνια, σχοινιά που