Demarcates in greek
Translation: demarcates, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
οριοθετεί, οριοθετεί τις, και οριοθετεί, να ορίζει, οριοθετούνται
Other Languages
Related words: demarcates
demarcates language dictionary greek, demarcates in greek
Translations
- demarcate in greek - οριοθετούν, οριοθέτηση, οριοθετήσει, οριοθετήσουν, οριοθετηθούν
- demarcated in greek - οριοθετημένες, οριοθετημένων, οριοθετημένη, οριοθετούνται, οριοθετημένης
- demarcating in greek - που οριοθετούν, την οριοθέτηση των, οριοθετούντων, οριοθετούντες
- demarcation in greek - οροθεσία, διαχωρισμός, οριοθέτηση, οριοθέτησης, διαχωριστική, διαχωρισμού
Random words
Demarcates in greek - Dictionary: english » greek
Translations: οριοθετεί, οριοθετεί τις, και οριοθετεί, να ορίζει, οριοθετούνται
Translations: οριοθετεί, οριοθετεί τις, και οριοθετεί, να ορίζει, οριοθετούνται