Proliferations in greek
Translation: proliferations, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
υπερπλασίες, πολλαπλασιασμούς, πολλαπλασιασμοί, πολλαπλασιασμών, υπερπλασιών
Other Languages
Related words: proliferations
proliferations language dictionary greek, proliferations in greek
Translations
- proliferating in greek - πολλαπλασιαζόμενα, πολλαπλασιαζόμενων, πολλαπλασιάζονται, πολλαπλασιαζόμενες, πολλαπλασιαστικά
- proliferation in greek - πολλαπλασιασμός, πολλαπλασιασμό, πολλαπλασιασμού, διάδοσης, τον πολλαπλασιασμό
- prolific in greek - γόνιμος, παραγωγικός, πολυγραφότατος, παραγωγικούς, παραγωγικό
- prolificacy in greek - γονιμότητα, γονιμότης, τη γονιμότητα, στην παραγωγικότητα
Random words
Proliferations in greek - Dictionary: english » greek
Translations: υπερπλασίες, πολλαπλασιασμούς, πολλαπλασιασμοί, πολλαπλασιασμών, υπερπλασιών
Translations: υπερπλασίες, πολλαπλασιασμούς, πολλαπλασιασμοί, πολλαπλασιασμών, υπερπλασιών