Selfhood in greek
Translation: selfhood, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
εαυτότητας, εαυτότητα, ατομικότητα, την εαυτότητα
Other Languages
Related words: selfhood
selfhood language dictionary greek, selfhood in greek
Translations
- self-will in greek - ισχυρογνωμοσύνη, εγωιστική θέληση, η ισχυρογνωμοσύνη, ισχυρογνωμοσύνη του
- self-willed in greek - ισχυρογνώμων, εγωκεντρική
- selfish in greek - ιδιοτελής, εγωιστής, εγωιστικός, εγωιστική, εγωιστικό, εγωιστές
- selfishly in greek - ιδιοτελώς, εγωιστικά, εγωιστικά τα, εγωιστικά και
Random words
Selfhood in greek - Dictionary: english » greek
Translations: εαυτότητας, εαυτότητα, ατομικότητα, την εαυτότητα
Translations: εαυτότητας, εαυτότητα, ατομικότητα, την εαυτότητα