Acritud en griego
traducción: acritud, diccionario: español » griego
lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
στυφότητα, οξύτητα, δριμύτητα, πικρία, την πικρία, βιαιότητας
Palabras relacionadas
otros Idiomas
Palabras relacionadas: acritud
acritud significado rae, acritud materiales, acritud rae, acritud definicion, acritud metales, acritud diccionario de idioma griego, acritud en griego
Traducciones
- acrimonioso en griego - θυελλώδης, πικρός, δηκτικός, δριμύς, δριμείας, της δριμείας
- acrisolar en griego - βελτιώνω, ραφινάρω, τελειοποίηση, βελτιώσετε, βελτιώσετε την, περιορίσετε, βελτιώσει
- acrobacia en griego - ακροβασία, ακροβατικά, τα ακροβατικά, ακροβασίες, ακροβατικών
- acrobático en griego - ακροβατικός, ακροβατικά, ακροβατικές, ακροβατικό, ακροβατικού
palabras al azar
Acritud en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: στυφότητα, οξύτητα, δριμύτητα, πικρία, την πικρία, βιαιότητας
Traducciones: στυφότητα, οξύτητα, δριμύτητα, πικρία, την πικρία, βιαιότητας