Acuoso en griego
traducción: acuoso, diccionario: español » griego
lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
ζουμερός, υγρός, βουρκωμένος, νερουλός, χυμώδης, υδατικό, υδατικά, υδατικού, υδατική, υδατικής
Palabras relacionadas
otros Idiomas
Palabras relacionadas: acuoso
acuoso significado, acuoso en quimica cosmetica, acuoso definicion, acuoso definicion wikipedia, acuoso en ingles, acuoso diccionario de idioma griego, acuoso en griego
Traducciones
- acumular en griego - περισυλλέγω, συγκεντρώνομαι, συσσωρεύω, μαζεύω, μαζεύομαι, συσσωρεύονται, συσσωρεύουν, ...
- acumularse en griego - συσσωρεύω, προκύψουν, συγκεντρώσετε, συσσωρεύονται, συγκεντρώνετε, προκύπτουν
- acupuntura en griego - βελονισμός, βελονισμού, βελονισμό, ο βελονισμός, το βελονισμό
- acusación en griego - κατηγορία, παράπονο, πάθηση, φροντίδα, κατηγορίας, καταγγελία, αιτίαση, ...
palabras al azar
Acuoso en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: ζουμερός, υγρός, βουρκωμένος, νερουλός, χυμώδης, υδατικό, υδατικά, υδατικού, υδατική, υδατικής
Traducciones: ζουμερός, υγρός, βουρκωμένος, νερουλός, χυμώδης, υδατικό, υδατικά, υδατικού, υδατική, υδατικής