Conciso en griego
traducción: conciso, diccionario: español » griego
lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
λιτός, λακωνικός, βραχύλογος, συνοπτικός, περιεκτικός, συνοπτική, συνοπτικό, συνοπτικές
Palabras relacionadas
otros Idiomas
Palabras relacionadas: conciso
conciso y claro, conciso en ingles, conciso sustantivo, conciso sinonimos, conciso wikipedia, conciso diccionario de idioma griego, conciso en griego
Traducciones
- conciliatorio en griego - συμβιβαστικός, διαλλακτικός, συμβιβαστική, διαλλακτική, συμφιλιωτικό
- concilio en griego - δήμος, συμβούλιο, Συμβουλίου, του Συμβουλίου, Συμβουλίου για
- conciudadano en griego - συμπατριώτης, συμπολίτη, τον συμπολίτη, συμπολίτης, συμπολίτη μας, συμπολίτες μας
- concluir en griego - ολόκληρος, τερματισμός, τελειώνω, ολοκληρώνω, περατώνω, τέλος, καταλήγω, ...
palabras al azar
Conciso en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: λιτός, λακωνικός, βραχύλογος, συνοπτικός, περιεκτικός, συνοπτική, συνοπτικό, συνοπτικές
Traducciones: λιτός, λακωνικός, βραχύλογος, συνοπτικός, περιεκτικός, συνοπτική, συνοπτικό, συνοπτικές