Fijador en griego
traducción: fijador, diccionario: español » griego
lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
στερεωτικό, σταθεροποιητικό, καθηλωτικό, μονιμοποιητικό, στερεωτικού
otros Idiomas
Palabras relacionadas: fijador
fijador de cejas, fijador al agua, fijador de tornillos, fijador de perfume, fijador de maquillaje kiko, fijador diccionario de idioma griego, fijador en griego
Traducciones
- figurativo en griego - παραστατικός, εικονιστικά, εικονιστικό, παραστατικά, εικονιστικών, εικονιστικού
- fijación en griego - στερέωση, στερέωσης, σταθεροποίηση, υλική ενσωμάτωση, σύνδεσης του
- fijar en griego - επισυνάπτω, καθορίζω, αποφασίζω, πρόσφυμα, συνδέω, φτιάχνω, χώνω, ...
- fijo en griego - ασφαλίζω, εδραίος, εδραιώνω, συμπαγής, ασφαλής, εταιρία, σταθερός, ...
palabras al azar
Fijador en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: στερεωτικό, σταθεροποιητικό, καθηλωτικό, μονιμοποιητικό, στερεωτικού
Traducciones: στερεωτικό, σταθεροποιητικό, καθηλωτικό, μονιμοποιητικό, στερεωτικού