Fino en griego
traducción: fino, diccionario: español » griego
lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
φίνος, καπάτσος, αδυνατίζω, μικρός, τετραπέρατος, λεπτός, αίθριος, εκλεπτυσμένος, ψιλή, ελαφρύς, πανέξυπνος, θίγω, προσβάλλω, μαλθακός, έξυπνος, πρόστιμο, προστίμου, λεπτή, ωραία, λεπτό
Palabras relacionadas
otros Idiomas
Palabras relacionadas: fino
fino tio pepe, fino y gomez, fino quinta, fino ponferrada, finofilipino, fino diccionario de idioma griego, fino en griego
Traducciones
- fineza en griego - φινέτσα, λεπτότητα, λεπτότητας, καθαρότητας, λεπτότητος, τη λεπτότητα
- fingir en griego - καμώματα, επιτηδεύομαι, προσποιούμαι, υποκρίνομαι, feign, προσποιούνται, προσποιηθεί
- finura en griego - κομψότητα, λεπτότητα, λεπτότητας, καθαρότητας, λεπτότητος, τη λεπτότητα
- firma en griego - σταθερός, υπογραφή, εδραίος, εταιρία, θίασος, παρέα, ομήγυρη, ...
palabras al azar
Fino en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: φίνος, καπάτσος, αδυνατίζω, μικρός, τετραπέρατος, λεπτός, αίθριος, εκλεπτυσμένος, ψιλή, ελαφρύς, πανέξυπνος, θίγω, προσβάλλω, μαλθακός, έξυπνος, πρόστιμο, προστίμου, λεπτή, ωραία, λεπτό
Traducciones: φίνος, καπάτσος, αδυνατίζω, μικρός, τετραπέρατος, λεπτός, αίθριος, εκλεπτυσμένος, ψιλή, ελαφρύς, πανέξυπνος, θίγω, προσβάλλω, μαλθακός, έξυπνος, πρόστιμο, προστίμου, λεπτή, ωραία, λεπτό