Hacer en griego
traducción: hacer, diccionario: español » griego
lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
παράγω, πράξη, μετακομίζω, κάνω, γεννοβολώ, σαλεύω, γεννώ, εκτελώ, κατασκευάζω, κινώ, κίνηση, δημιουργώ, συμπεριφέρομαι, εξαναγκάζω, φτιάχνω, κάνει, κάνετε, κάνουμε, κάνουν
Palabras relacionadas
otros Idiomas
Palabras relacionadas: hacer
hacer bechamel, hacer masa de pizza, hacer un blog, hacer pan, hacer pulseras de gomas, hacer diccionario de idioma griego, hacer en griego
Traducciones
- habladuría en griego - διάδοση, κουτσομπολιά, κουτσομπολιό, κουτσομπολιού, το κουτσομπολιό, τα κουτσομπολιά
- hablar en griego - κρένω, ομιλία, μιλώ, μιλούν, μιλήσει, μιλήσω, μιλήσουν
- hacerse en griego - σειρά, παίρνω, γίνομαι, στρίβω, αποκτώ, στροφή, αρμόζω, ...
- hacha en griego - τσεκούρι, ελικόπτερο, πελέκι, πέλεκας, ax, πέλεκυ, πέλεκυς, ...
palabras al azar
Hacer en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: παράγω, πράξη, μετακομίζω, κάνω, γεννοβολώ, σαλεύω, γεννώ, εκτελώ, κατασκευάζω, κινώ, κίνηση, δημιουργώ, συμπεριφέρομαι, εξαναγκάζω, φτιάχνω, κάνει, κάνετε, κάνουμε, κάνουν
Traducciones: παράγω, πράξη, μετακομίζω, κάνω, γεννοβολώ, σαλεύω, γεννώ, εκτελώ, κατασκευάζω, κινώ, κίνηση, δημιουργώ, συμπεριφέρομαι, εξαναγκάζω, φτιάχνω, κάνει, κάνετε, κάνουμε, κάνουν