Ilusorio en griego
traducción: ilusorio, diccionario: español » griego
lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
πλασματικός, φευγαλέος, ψευδαισθητικός, ασύλληπτος, απατηλός, απατηλή, απατηλό, πλασματική, αυταπάτη
Palabras relacionadas
otros Idiomas
Palabras relacionadas: ilusorio
ilusorio rae, ilusorio filosofia, ilusorio jardin del recuerdo, ilusorio wikipedia, ilusorio definicion, ilusorio diccionario de idioma griego, ilusorio en griego
Traducciones
- ilusión en griego - παραίσθηση, όνειρο, ονειρεύομαι, αυταπάτη, ψευδαίσθηση, πλάνη, παραληρητική ιδέα, ...
- iluso en griego - οραματιστής, ονειροπόλος, ονειροπόλο, ονειροπόλου, ονειρευόμενος, ονειρευτή
- ilustración en griego - εικονογράφηση, εικόνα, απεικονίσεων, απεικόνιση, απεικόνισης
- ilustrado en griego - απεικονίζεται, απεικονίζονται, εικονίζεται, φαίνεται, παρουσιάζεται
palabras al azar
Ilusorio en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: πλασματικός, φευγαλέος, ψευδαισθητικός, ασύλληπτος, απατηλός, απατηλή, απατηλό, πλασματική, αυταπάτη
Traducciones: πλασματικός, φευγαλέος, ψευδαισθητικός, ασύλληπτος, απατηλός, απατηλή, απατηλό, πλασματική, αυταπάτη