Limpiar en griego
traducción: limpiar, diccionario: español » griego
lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
στιλβώνω, καθαρίζω, γυαλίζω, σκουπίζω, βερνίκι, καθαρός, λούστρο, εκκαθαρίζω, λουστράρω, εκκαθάριση, καθαρίσει, καθαρισμό, τον καθαρισμό, να καθαρίσει
Palabras relacionadas
otros Idiomas
Palabras relacionadas: limpiar
limpiar cristales, limpiar alcachofas, limpiar pc, limpiar mejillones, limpiar tapiceria coche, limpiar diccionario de idioma griego, limpiar en griego
Traducciones
- limpiabotas en griego - γυαλίζων, λάμψη, λάμψη στο, στιλβωτής, γυαλιστικό
- limpiador en griego - καθαρίστρια, καθαριστής, καθαρότερο, ηλεκτρική, καθαριστικό, καθαρότερα
- limpieza en griego - καθάρισμα, καθαρισμός, καθαρισμού, καθαρισμό, τον καθαρισμό
- limpio en griego - συγυρίζω, ατόφιος, τακτοποιώ, καθαρίζω, συγυρισμένος, αρκετός, καθαρός, ...
palabras al azar
Limpiar en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: στιλβώνω, καθαρίζω, γυαλίζω, σκουπίζω, βερνίκι, καθαρός, λούστρο, εκκαθαρίζω, λουστράρω, εκκαθάριση, καθαρίσει, καθαρισμό, τον καθαρισμό, να καθαρίσει
Traducciones: στιλβώνω, καθαρίζω, γυαλίζω, σκουπίζω, βερνίκι, καθαρός, λούστρο, εκκαθαρίζω, λουστράρω, εκκαθάριση, καθαρίσει, καθαρισμό, τον καθαρισμό, να καθαρίσει