Reunir en griego
traducción: reunir, diccionario: español » griego
lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
συναθροίζω, συνενώνω, ξανασμίγω, περισυλλέγω, συμφιλιώνω, συναρμολογώ, συμφιλιώνομαι, ενοποιώ, μαζεύομαι, συνδυάζω, μαζεύω, συγκεντρώνομαι, συγκεντρώσει, συγκεντρωθούν, συγκεντρώνουν, συλλέξει, συλλέγουν
Palabras relacionadas
otros Idiomas
Palabras relacionadas: reunir
reunir rae, reunir sinonimos, reunir los ingredientes del remedio, reunir en ingles, reunir dinero en ingles, reunir diccionario de idioma griego, reunir en griego
Traducciones
- reumatismo en griego - ρευματισμοί, ρευματισμός, ρευματισμούς, ρευματισμών, τους ρευματισμούς
- reumático en griego - ρευματικών, ρευματικές, ρευματικό, ρευματικός, ρευματικά
- reunirse en griego - συγκεντρώνομαι, συναθροίζω, περισυλλέγω, μαζεύομαι, συναρμολογώ, μαζεύω, πάρετε, ...
- reunión en griego - διασταύρωση, σύνδεση, αναμέτρηση, σχέση, ανταπόκριση, συνάντηση, πληρούν, ...
palabras al azar
Reunir en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: συναθροίζω, συνενώνω, ξανασμίγω, περισυλλέγω, συμφιλιώνω, συναρμολογώ, συμφιλιώνομαι, ενοποιώ, μαζεύομαι, συνδυάζω, μαζεύω, συγκεντρώνομαι, συγκεντρώσει, συγκεντρωθούν, συγκεντρώνουν, συλλέξει, συλλέγουν
Traducciones: συναθροίζω, συνενώνω, ξανασμίγω, περισυλλέγω, συμφιλιώνω, συναρμολογώ, συμφιλιώνομαι, ενοποιώ, μαζεύομαι, συνδυάζω, μαζεύω, συγκεντρώνομαι, συγκεντρώσει, συγκεντρωθούν, συγκεντρώνουν, συλλέξει, συλλέγουν