Rizado en griego
traducción: rizado, diccionario: español » griego
lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
τραγανιστός, κατσαρός, σγουρός, τσουχτερός, ξηρός, σγουρά, τα σγουρά, σγουρή, σγουρό
Palabras relacionadas
otros Idiomas
Palabras relacionadas: rizado
rizado del sur, rizado electronica, rizado sinonimo, rizado del norte, rizado en catalan, rizado diccionario de idioma griego, rizado en griego
Traducciones
- rivalidad en griego - διαγωνισμός, συναγωνισμός, αντιζηλία, ανταγωνισμός, άμιλλα, αντιπαλότητα, ανταγωνισμό
- rivalizar en griego - συναγωνίζομαι, μιμούμαι, παραβγαίνω, διαγωνίζομαι, ανταγωνίζονται, ανταγωνιστεί, ανταγωνιστούν, ...
- rizar en griego - κελαρύζω, κυματισμός, κυμάτισμα, τσακίζω, πτύχωση, crimp, πτυχώσεως, ...
- riña en griego - διαπληκτίζομαι, καυγάς, καβγάς, σειρά, κωπηλατώ, συμπλοκή, φιλονικία, ...
palabras al azar
Rizado en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: τραγανιστός, κατσαρός, σγουρός, τσουχτερός, ξηρός, σγουρά, τα σγουρά, σγουρή, σγουρό
Traducciones: τραγανιστός, κατσαρός, σγουρός, τσουχτερός, ξηρός, σγουρά, τα σγουρά, σγουρή, σγουρό