Sociedad en griego
traducción: sociedad, diccionario: español » griego
lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
συνεργασία, παρέα, λέσχη, εταιρία, ομήγυρη, ρόπαλο, σχέση, θίασος, κοινωνία, κοινωνίας, της κοινωνίας, την κοινωνία, κοινωνία της
Palabras relacionadas
otros Idiomas
Palabras relacionadas: sociedad
sociedad civil, sociedad limitada laboral, sociedad de naciones, sociedad colectiva, sociedad anonima, sociedad diccionario de idioma griego, sociedad en griego
Traducciones
- socialista en griego - σοσιαλιστής, σοσιαλιστική, σοσιαλιστικής, σοσιαλιστικό, σοσιαλιστικές
- socializar en griego - κοινωνικοποιηθούν, κοινωνικοποιούνται, κοινωνικοποιήσουν, κοινωνικοποιήσει, να κοινωνικοποιηθούν
- socio en griego - μέλος, τύπος, στέλεχος, συνέταιρος, ταίρι, σύντροφος, συνάδελφος, ...
- sociología en griego - κοινωνιολογία, Κοινωνιολογίας, την κοινωνιολογία, της κοινωνιολογίας, η κοινωνιολογία
palabras al azar
Sociedad en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: συνεργασία, παρέα, λέσχη, εταιρία, ομήγυρη, ρόπαλο, σχέση, θίασος, κοινωνία, κοινωνίας, της κοινωνίας, την κοινωνία, κοινωνία της
Traducciones: συνεργασία, παρέα, λέσχη, εταιρία, ομήγυρη, ρόπαλο, σχέση, θίασος, κοινωνία, κοινωνίας, της κοινωνίας, την κοινωνία, κοινωνία της