Torpedear en griego
traducción: torpedear, diccionario: español » griego
lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
τορπίλη, τορπιλισμό, τορπιλισμός, τορπιλισμού, τορπιλισμού εκ, τορπιλισμού εκ μέρους
Palabras relacionadas
otros Idiomas
Palabras relacionadas: torpedear
torpedear sinonimos, torpedear significado, juegos de torpedear, torpedear definicion, torpedear rae, torpedear diccionario de idioma griego, torpedear en griego
Traducciones
- toro en griego - ταύρος, βούλα, κάρτα στον, την κάρτα στον, ταύρο, ταύρου
- torpe en griego - αδαής, βαρύς, ατζαμής, αδέξιος, άχαρος, αδέξια, αδέξιο, ...
- torpedo en griego - τορπίλη, τορπίλλη, τορπιλών, τορπίλης, τορπίλλης
- torpeza en griego - αδεξιότητα, αμηχανία, αμηχανίας, την αμηχανία, ακαταλληλότητα
palabras al azar
Torpedear en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: τορπίλη, τορπιλισμό, τορπιλισμός, τορπιλισμού, τορπιλισμού εκ, τορπιλισμού εκ μέρους
Traducciones: τορπίλη, τορπιλισμό, τορπιλισμός, τορπιλισμού, τορπιλισμού εκ, τορπιλισμού εκ μέρους