Ajojahti kreikaksi
Käännös: ajojahti, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
ασχολία, παρακολούθηση, κυνηγώ, οπαδοί, επίτευγμα, ακολουθία, καταδίωξη, ανθρωποκυνηγητό, Manhunt, Ανθρωποκυνηγητού, ανθρωποκυνηγητό που, κλασικό ανθρωποκυνηγητό
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: ajojahti
ajojahti 1967, ajojahti 2012, ajojahti david morrell, ajojahti dvd, ajojahti elokuva, ajojahti kielisanakirja kreikka, ajojahti kreikaksi
Käännökset
- ajoittain kreikaksi - κατά καιρούς, μερικές φορές, κατά περιόδους, φορές, ενίοτε
- ajoittainen kreikaksi - ανώμαλος, ανώμαλο, σποραδικός, διαλείπων, διαλείπουσα, διακοπτόμενη, διαλείπουσας, ...
- ajokaista kreikaksi - πάροδος, δρομάκι, λωρίδα, λωρίδας, λωρίδων, διάδρομος, λωρίδα κυκλοφορίας
- ajoneuvo kreikaksi - όχημα, οχήματος, οχημάτων, του οχήματος, αυτοκινήτου
Satunnaisia sanoja
Ajojahti kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: ασχολία, παρακολούθηση, κυνηγώ, οπαδοί, επίτευγμα, ακολουθία, καταδίωξη, ανθρωποκυνηγητό, Manhunt, Ανθρωποκυνηγητού, ανθρωποκυνηγητό που, κλασικό ανθρωποκυνηγητό
Käännökset: ασχολία, παρακολούθηση, κυνηγώ, οπαδοί, επίτευγμα, ακολουθία, καταδίωξη, ανθρωποκυνηγητό, Manhunt, Ανθρωποκυνηγητού, ανθρωποκυνηγητό που, κλασικό ανθρωποκυνηγητό