Asetus kreikaksi

Käännös: asetus, Sanakirja: suomi » kreikka

Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
διάγγελμα, πράξη, καταστατικό, κανονισμός, παραγγελία, θεσπίζω, ρύθμιση, θέσπισμα, νομοσχέδιο, νομοθεσία, ράμφος, λογαριασμός, παραγγέλλω, νόμος, διάταγμα, προσταγή, σύνθεση, περιβάλλον, καθορισμό, ρύθμισης
Asetus kreikaksi
Liittyvät sanat
Muut kielet

Liittyvät sanat: asetus

asetus ammatillisesta koulutuksesta, asetus englanniksi, asetus ensihoitopalvelusta, asetus lasten päivähoidosta, asetus merkitys, asetus kielisanakirja kreikka, asetus kreikaksi

Käännökset

  • asettua kreikaksi - ανάβω, φωτίζω, τοποθετώ, αποδυναμώνομαι, φωτερός, τοποθεσία, μετακομίζω, ...
  • asetukset kreikaksi - διευθέτηση, διάταξη, Ρυθμίσεις, τις ρυθμίσεις, ρυθμίσεων, Settings, ρυθμίσεις του
  • asetus tai hallinnollinen määräys kreikaksi - κανονισμός, ρύθμιση, κανονιστικών και, κανονιστικών ή, κανονιστικές και, κανονιστικές ή, κανονισμό ή
  • asevelvollisuus kreikaksi - στρατολογία, συγκεντρώνομαι, συγκεντρώνω, στρατολόγηση, στράτευση, στράτευσης, υποχρεωτική στράτευση
Satunnaisia sanoja
Asetus kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: διάγγελμα, πράξη, καταστατικό, κανονισμός, παραγγελία, θεσπίζω, ρύθμιση, θέσπισμα, νομοσχέδιο, νομοθεσία, ράμφος, λογαριασμός, παραγγέλλω, νόμος, διάταγμα, προσταγή, σύνθεση, περιβάλλον, καθορισμό, ρύθμισης