Kasvattaa kreikaksi
Käännös: kasvattaa, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
γεννοβολώ, σηκώνω, ανυψώνω, τρέφω, ανατρέφω, προσκομίζω, ράτσα, αγρόκτημα, αναστηλώνω, εκπαιδεύω, υψώνω, μεγαλώνω, μορφώνω, αναπαράγω, αυξάνομαι, παράγω, μεγαλώνουν, αναπτυχθούν, αυξάνονται, αυξάνεται, αναπτύσσονται
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: kasvattaa
kasvattaa englanniksi, kasvattaa hiuksia, kasvattaa lapsia ruotsiksi, kasvattaa lasta englanniksi, kasvattaa lihaksia, kasvattaa kielisanakirja kreikka, kasvattaa kreikaksi
Käännökset
- kasvaneet kreikaksi - μεγάλος, καλλιεργούνται, που καλλιεργούνται, ενήλικα, μεγάλους, ενήλικων
- kasvanut kreikaksi - μεγάλος, καλλιεργούνται, που καλλιεργούνται, ενήλικα, μεγάλους, ενήλικων
- kasvattaja kreikaksi - αγρότης, κτηνοτρόφος, δημιουργού, δημιουργός, δημιουργό, εκτροφέα
- kasvatus kreikaksi - τρέφω, μόρφωση, ανατροφή, ανύψωση, αναπαραγωγή, εκπαίδευση, εκπαίδευσης, ...
Satunnaisia sanoja
Kasvattaa kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: γεννοβολώ, σηκώνω, ανυψώνω, τρέφω, ανατρέφω, προσκομίζω, ράτσα, αγρόκτημα, αναστηλώνω, εκπαιδεύω, υψώνω, μεγαλώνω, μορφώνω, αναπαράγω, αυξάνομαι, παράγω, μεγαλώνουν, αναπτυχθούν, αυξάνονται, αυξάνεται, αναπτύσσονται
Käännökset: γεννοβολώ, σηκώνω, ανυψώνω, τρέφω, ανατρέφω, προσκομίζω, ράτσα, αγρόκτημα, αναστηλώνω, εκπαιδεύω, υψώνω, μεγαλώνω, μορφώνω, αναπαράγω, αυξάνομαι, παράγω, μεγαλώνουν, αναπτυχθούν, αυξάνονται, αυξάνεται, αναπτύσσονται