Kurja kreikaksi

Käännös: kurja, Sanakirja: suomi » kreikka

Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
άθλιος, οικτρός, κακόμοιρος, χαμηλός, καημένος, πενιχρός, ελεεινός, ταπεινός, αξιολύπητος, φτωχός, χάλια, σκορβούτο, άθλια, άθλιες, άθλιους, άθλιο
Kurja kreikaksi
Liittyvät sanat
Muut kielet

Liittyvät sanat: kurja

hurja synonyymi, kurja elämä, kurja englanniksi, kurja ihminen, kurja korppi, kurja kielisanakirja kreikka, kurja kreikaksi

Käännökset

  • kuritus kreikaksi - διόρθωμα, διόρθωση, πειθαρχία, πειθαρχίας, την πειθαρχία, η πειθαρχία
  • kuritushuone kreikaksi - σωφρονιστήριο, Σπίτι, Σώμα, το σπίτι, Σώματος, Κατοικία
  • kurjenmiekka kreikaksi - μπαϊράκι, λάβαρο, ίρις, σημαία, ίριδας, ίριδα, της ίριδας, ...
  • kurjuus kreikaksi - μιζέρια, ένδεια, πενία, φτώχεια, δυστυχία, αθλιότητα, δυστυχίας, ...
Satunnaisia sanoja
Kurja kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: άθλιος, οικτρός, κακόμοιρος, χαμηλός, καημένος, πενιχρός, ελεεινός, ταπεινός, αξιολύπητος, φτωχός, χάλια, σκορβούτο, άθλια, άθλιες, άθλιους, άθλιο