Vaatia kreikaksi

Käännös: vaatia, Sanakirja: suomi » kreikka

Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
εξαναγκάζω, χρειάζομαι, εντολή, ανάγκη, προσταγή, παίρνω, υποχρεώνω, ρωτώ, ζήτηση, ζητώ, απαίτηση, απαιτώ, αιτώ, διατάζω, προστάζω, απαιτούν, απαιτείται, απαιτήσει, απαιτεί, απαιτούν από
Vaatia kreikaksi
Liittyvät sanat
Muut kielet

Liittyvät sanat: vaatia

vaatia englanniksi, vaatia imperfekti, vaatia merkitys, vaatia ratkojat, vaatia ruotsiksi, vaatia kielisanakirja kreikka, vaatia kreikaksi

Käännökset

  • vaatetus kreikaksi - φορώ, ρουχισμός, ρούχα, δέσιμο, ενδύματα, ένδυσης, ειδών ένδυσης, ...
  • vaatevarasto kreikaksi - πιέζω, πρεσάρω, ντουλάπα, γκαρνταρόμπα, ντουλάπας, την ντουλάπα, την γκαρνταρόμπα
  • vaatimalla vaatia kreikaksi - πρεσάρω, πιέζω, επιμένω, επιμένουν, επιμείνει, επιμείνουμε, επιμένουμε
  • vaatimaton kreikaksi - σεμνός, μετριόφρονας, ταπεινός, απλός, μετριόφρων, μέτρια, μικρή, ...
Satunnaisia sanoja
Vaatia kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: εξαναγκάζω, χρειάζομαι, εντολή, ανάγκη, προσταγή, παίρνω, υποχρεώνω, ρωτώ, ζήτηση, ζητώ, απαίτηση, απαιτώ, αιτώ, διατάζω, προστάζω, απαιτούν, απαιτείται, απαιτήσει, απαιτεί, απαιτούν από