Amendement en grec
Traduction: amendement, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ανασχηματισμός, κοπριά, μεταρρύθμιση, τροπολογία, βελτίωση, μεταρρυθμίζω, λίπασμα, τροποποίηση, τροπολογίας, τροποποίησης, την τροπολογία
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): amendement
1er amendement, 5eme amendement, 5ème amendement, amendement antonymes, amendement calcique, amendement dictionnaire de langue grec, amendement en grec
Traductions
- amendant en grec - για την τροποποίηση του, για την τροποποίηση, για τροποποίηση του, για τροποποίηση, την τροποποίηση
- amende en grec - πρόστιμο, ποινή, στερούμαι, κύρωση, τίμημα, αίθριος, φίνος, ...
- amendent en grec - τροποποιώ, τροποποιήσει, τροποποιεί, τροποποιούν, να τροποποιήσει, τροποποιήσουν
- amender en grec - ταλαντεύομαι, διορθώνω, εμπλουτίζω, μετακινώ, αλλάζω, κυμαίνομαι, σωστός, ...
Mots aléatoires
Amendement en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ανασχηματισμός, κοπριά, μεταρρύθμιση, τροπολογία, βελτίωση, μεταρρυθμίζω, λίπασμα, τροποποίηση, τροπολογίας, τροποποίησης, την τροπολογία
Traductions: ανασχηματισμός, κοπριά, μεταρρύθμιση, τροπολογία, βελτίωση, μεταρρυθμίζω, λίπασμα, τροποποίηση, τροπολογίας, τροποποίησης, την τροπολογία