Attraper en grec
Traduction: attraper, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
πιάνω, κόλπο, αρπάζω, σφίγγω, συλλαμβάνω, τρικ, αιχμαλωτίζω, φενακίζω, κατάσχω, αρπάζομαι, ζαβολιάρης, πρόκα, αλεπού, παγιδεύω, κλέβω, δραστηριοποιούμαι, σύλληψη, παγίδα, αλιευμάτων, των αλιευμάτων, αλίευμα
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): attraper
attraper antonymes, attraper artikodin, attraper conjugaison, attraper en anglais, attraper froid, attraper dictionnaire de langue grec, attraper en grec
Traductions
- attrape-mouches en grec - flypaper
- attrapent en grec - πιάνω, αρπάζω, σύλληψη, παγίδα, αλιευμάτων, των αλιευμάτων, αλίευμα
- attrapez en grec - αρπάζω, πιάνω, σύλληψη, παγίδα, αλιευμάτων, των αλιευμάτων, αλίευμα
- attrapons en grec - αρπάζω, πιάνω, σύλληψη, παγίδα, αλιευμάτων, των αλιευμάτων, αλίευμα
Mots aléatoires
Attraper en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: πιάνω, κόλπο, αρπάζω, σφίγγω, συλλαμβάνω, τρικ, αιχμαλωτίζω, φενακίζω, κατάσχω, αρπάζομαι, ζαβολιάρης, πρόκα, αλεπού, παγιδεύω, κλέβω, δραστηριοποιούμαι, σύλληψη, παγίδα, αλιευμάτων, των αλιευμάτων, αλίευμα
Traductions: πιάνω, κόλπο, αρπάζω, σφίγγω, συλλαμβάνω, τρικ, αιχμαλωτίζω, φενακίζω, κατάσχω, αρπάζομαι, ζαβολιάρης, πρόκα, αλεπού, παγιδεύω, κλέβω, δραστηριοποιούμαι, σύλληψη, παγίδα, αλιευμάτων, των αλιευμάτων, αλίευμα