Céder en grec
Traduction: céder, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
μεταδίδω, παραιτούμαι, υποκύπτω, σοδειά, παραγωγή, παραχωρώ, διαβιβάζω, υποχωρώ, αποσύρομαι, μεταβιβάζω, δώσουν τη θέση τους, να δώσουν τη θέση, υποχωρήσει, δώσουν τη, δώσουν τη θέση
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): céder
bail à céder, ceder, céder antonymes, céder au chant des sirènes, céder conjugaison, céder dictionnaire de langue grec, céder en grec
Traductions
- cédai en grec - απέδωσε, έδωσε, έδωσαν, απέδωσαν, δίδει
- cédant en grec - μεταβιβάζων, εκχωρητή, μεταβιβάζοντα, εκχωρητής, μεταβιβάζοντος
- cédez en grec - απόδοση, απόδοσης, αποδόσεων, απόδοσις, αποδόσεως
- cédille en grec - σημείο κάτω από το γαλλικό C
Mots aléatoires
Céder en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: μεταδίδω, παραιτούμαι, υποκύπτω, σοδειά, παραγωγή, παραχωρώ, διαβιβάζω, υποχωρώ, αποσύρομαι, μεταβιβάζω, δώσουν τη θέση τους, να δώσουν τη θέση, υποχωρήσει, δώσουν τη, δώσουν τη θέση
Traductions: μεταδίδω, παραιτούμαι, υποκύπτω, σοδειά, παραγωγή, παραχωρώ, διαβιβάζω, υποχωρώ, αποσύρομαι, μεταβιβάζω, δώσουν τη θέση τους, να δώσουν τη θέση, υποχωρήσει, δώσουν τη, δώσουν τη θέση