Chancelant en grec
Traduction: chancelant, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ανερμάτιστος, ανασφαλής, επισφαλής, ασταθής, αμφίβολος, ολισθηρός, ξεχαρβαλωμένος, γλιστερός, αβέβαιος, διστακτικός, τρικλίζων, τρεκλίζουσα, ετοιμόρροπο
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): chancelant
chancelant antonyme, chancelant antonymes, chancelant def, chancelant grammaire, chancelant mots croisés, chancelant dictionnaire de langue grec, chancelant en grec
Traductions
- chanaan en grec - Χαναάν, Canaan, Χανααν, τη Χαναάν
- chance en grec - άποψη, συγκυρία, ορίζοντας, κίνδυνος, σκοπιά, προοπτική, ευτυχία, ...
- chanceler en grec - τρεκλίζω, αυξομειώνω, σαλεύω, μηχανάκι, ταλαντεύομαι, αμφιρρέπω, τρικλίζω, ...
- chancelier en grec - καγκελάριος, καγκελάριο, καγκελάριος της, η καγκελάριος
Mots aléatoires
Chancelant en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ανερμάτιστος, ανασφαλής, επισφαλής, ασταθής, αμφίβολος, ολισθηρός, ξεχαρβαλωμένος, γλιστερός, αβέβαιος, διστακτικός, τρικλίζων, τρεκλίζουσα, ετοιμόρροπο
Traductions: ανερμάτιστος, ανασφαλής, επισφαλής, ασταθής, αμφίβολος, ολισθηρός, ξεχαρβαλωμένος, γλιστερός, αβέβαιος, διστακτικός, τρικλίζων, τρεκλίζουσα, ετοιμόρροπο