Clé en grec

Traduction: clé, Dictionnaire: français » grec

Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
αποσπώ, στραμπουλίζω, ζωτικός, κλειδί, ίχνος, κρίσιμος, πλήκτρο, βασικό, βασικά, βασικές
Clé en grec
Mots associés
Autres langues

Mots associés / Définition (def): clé

cle usb, clef, clé 3g, clé 3g sfr, clé antonymes, clé dictionnaire de langue grec, clé en grec

Traductions

  • cloîtrer en grec - σκάσε, κλείσει το στόμα, κλείσει, βουλώσει, το βουλώσει
  • club en grec - παραγγελία, συντεχνία, κοινωνία, επιχρυσώνω, ρόπαλο, παραγγέλλω, ένωση, ...
  • clématite en grec - κληματιτής, Clematis, κληματίδες, κληματίδα, κληματίς
  • clémence en grec - αποχή, επιείκεια, ψυχικό, μακροθυμία, αντοχή, ανοχή, ανεκτικότητα, ...
Mots aléatoires
Clé en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: αποσπώ, στραμπουλίζω, ζωτικός, κλειδί, ίχνος, κρίσιμος, πλήκτρο, βασικό, βασικά, βασικές