Claudication en grec
Traduction: claudication, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
χωλαίνω, χαλαρός, κουτσαίνω, χωλότητα, χωλότητας, τη χωλότητα, η χωλότητα, της χωλότητας
Autres langues
Mots associés / Définition (def): claudication
claudication antonymes, claudication artérielle, claudication def, claudication définition, claudication grammaire, claudication dictionnaire de langue grec, claudication en grec
Traductions
- classées en grec - απόρρητος, ταξινομούνται, κατατάσσονται, ταξινομηθεί, ταξινομημένα, ταξινομείται
- classés en grec - απόρρητος, ταξινομούνται, κατατάσσονται, ταξινομηθεί, ταξινομημένα, ταξινομείται
- claudiquer en grec - χωλαίνω, κουτσαίνω, χαλαρός, περδικλώνω, κούτσαμα, πέδικλο, περδουκλώνω
- clause en grec - ρήτρα, άρθρο, ρήτρας, ρήτρα που, ρήτρα περί, τη ρήτρα
Mots aléatoires
Claudication en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: χωλαίνω, χαλαρός, κουτσαίνω, χωλότητα, χωλότητας, τη χωλότητα, η χωλότητα, της χωλότητας
Traductions: χωλαίνω, χαλαρός, κουτσαίνω, χωλότητα, χωλότητας, τη χωλότητα, η χωλότητα, της χωλότητας