Cohérent en grec
Traduction: cohérent, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
σταθερός, ανυποχώρητος, επίμονος, συνεπής, συναφής, συνεκτική, συνεκτικό, συνεκτικής, συνεκτικού
Autres langues
Mots associés / Définition (def): cohérent
cohérent antonymes, cohérent avec, cohérent avec en anglais, cohérent contraire, cohérent definition et synonyme, cohérent dictionnaire de langue grec, cohérent en grec
Traductions
- cohue en grec - κυκεώνας, μπερδεύω, πλήθος, πατικώνω, συρρέω, φιλοξενώ, συνωστισμός, ...
- cohérence en grec - ανταπόκριση, σύνδεσμος, ειρμός, συνοχή, σύνδεση, σχέση, συνέπεια, ...
- cohésion en grec - ειρμός, συνοχή, συνοχής, τη συνοχή, της συνοχής
- coiffe en grec - τραγιάσκα, θήκη, πίλος, σκούφος, καπό, κόμμωση, κεφαλόδεσμου, ...
Mots aléatoires
Cohérent en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: σταθερός, ανυποχώρητος, επίμονος, συνεπής, συναφής, συνεκτική, συνεκτικό, συνεκτικής, συνεκτικού
Traductions: σταθερός, ανυποχώρητος, επίμονος, συνεπής, συναφής, συνεκτική, συνεκτικό, συνεκτικής, συνεκτικού