Conformité en grec
Traduction: conformité, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
συμμόρφωση, συμφωνία, συγκατάθεση, αλληλογραφία, συμμόρφωσης, τήρηση, τη συμμόρφωση, την τήρηση
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): conformité
assainissement, attestation conformité, attestation de conformité, certificat, certificat conformité, conformité dictionnaire de langue grec, conformité en grec
Traductions
- conformisme en grec - συμμόρφωση, κομφορμισμό, κομφορμισμού, κομφορμισμός, κονφορμισμό, το ασυμβίβαστο
- conformiste en grec - συμμορφούμενος με τα καθεστώτα, κομφορμιστική, συμμορφούμενος με, κομφορμιστικό, κομφορμιστικά
- conformons en grec - συμμορφώνονται, συμμόρφωση, συμμορφωθούν, συμμορφώνεται, συμμορφωθεί
Mots aléatoires
Conformité en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: συμμόρφωση, συμφωνία, συγκατάθεση, αλληλογραφία, συμμόρφωσης, τήρηση, τη συμμόρφωση, την τήρηση
Traductions: συμμόρφωση, συμφωνία, συγκατάθεση, αλληλογραφία, συμμόρφωσης, τήρηση, τη συμμόρφωση, την τήρηση