Dénoncèrent en grec
Traduction: dénoncèrent, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
κατήγγειλαν, κατήγγειλε, καταγγελθεί, καταγγείλει, καταγγέλλει
Autres langues
Mots associés / Définition (def): dénoncèrent
dénoncèrent antonymes, dénoncèrent grammaire, dénoncèrent mots croisés, dénoncèrent signification, dénoncèrent synonyme, dénoncèrent dictionnaire de langue grec, dénoncèrent en grec
Traductions
- dénonciateur en grec - καταδότης, χαφιές, πληροφορητής, πληροφοριοδότης, την INFORMER
- dénonciation en grec - παρατηρώ, κήρυξη, εξαγγελία, πίνακας, διαφήμιση, δήλωση, κατηγορία, ...
- dénoncée en grec - κατήγγειλαν, κατήγγειλε, καταγγελθεί, καταγγείλει, καταγγέλλει
- dénoncées en grec - κατήγγειλαν, κατήγγειλε, καταγγελθεί, καταγγείλει, καταγγέλλει
Mots aléatoires
Dénoncèrent en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: κατήγγειλαν, κατήγγειλε, καταγγελθεί, καταγγείλει, καταγγέλλει
Traductions: κατήγγειλαν, κατήγγειλε, καταγγελθεί, καταγγείλει, καταγγέλλει