Diversifié en grec
Traduction: diversifié, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
διαφοροποιεί, διαφοροποιείται η
Autres langues
Mots associés / Définition (def): diversifié
aviva diversifie, bollore diversifie, diversifie antonymes, diversifie dictionnaire, diversifie en anglais, diversifié dictionnaire de langue grec, diversifié en grec
Traductions
- diversifiant en grec - διαφοροποίηση, διαφοροποίηση των, τη διαφοροποίηση, διαφοροποίηση της, τη διαφοροποίηση των
- diversifient en grec - διαφοροποίηση, διαφοροποίηση των, τη διαφοροποίηση, διαφοροποίηση της, τη διαφοροποίηση των
- diversifier en grec - παραλλάζω, ποικίλλω, διαφοροποιήσουν, να διαφοροποιήσουν, διαφοροποιήσει, διαφοροποίηση των, διαφοροποιήσουν τις
Mots aléatoires
Diversifié en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: διαφοροποιεί, διαφοροποιείται η
Traductions: διαφοροποιεί, διαφοροποιείται η