Durée en grec
Traduction: durée, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
χρόνος, όρος, περίοδος, μήκος, ξόρκι, χώρος, κύρος, εποχή, διορία, καιρός, διάστημα, διάρκεια, όρθιος, ώρα, ορθογραφώ, τρίμηνο, διάρκειας, τη διάρκεια, διάρκειά, η διάρκεια
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): durée
congé maternité, durée antonymes, durée congé maternité, durée congé parental, durée congé paternité, durée dictionnaire de langue grec, durée en grec
Traductions
- durèrent en grec - διήρκεσε, διήρκησε, κράτησε, διάρκεσε, διήρκεσαν
- duré en grec - διήρκεσε, διήρκησε, κράτησε, διάρκεσε, διήρκεσαν
- durées en grec - φορές, χρόνους, χρόνοι, ώρες, φορές την
- durés en grec - HARD, ΣΚΛΗΡΗ, ΣΚΛΗΡΑ, ΣΚΛΗΡΟ, ΣΚΛΗΡΕΣ
Mots aléatoires
Durée en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: χρόνος, όρος, περίοδος, μήκος, ξόρκι, χώρος, κύρος, εποχή, διορία, καιρός, διάστημα, διάρκεια, όρθιος, ώρα, ορθογραφώ, τρίμηνο, διάρκειας, τη διάρκεια, διάρκειά, η διάρκεια
Traductions: χρόνος, όρος, περίοδος, μήκος, ξόρκι, χώρος, κύρος, εποχή, διορία, καιρός, διάστημα, διάρκεια, όρθιος, ώρα, ορθογραφώ, τρίμηνο, διάρκειας, τη διάρκεια, διάρκειά, η διάρκεια