Entamer en grec
Traduction: entamer, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ανοίγω, προέρχομαι, ανοικτός, διάλλειμα, αντεπίθεση, αρχίζω, εξαπολύω, καθελκύω, εγκαινιάζω, ξεκινώ, ανοιχτός, μυώ, διάλειμμα, εκτοξεύω, σπάζω, αρχή, εκκίνηση, ξεκίνημα, έναρξη, έναρξης
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): entamer
engager les hostilités, entamer antonymes, entamer conjugaison, entamer discussion tinder, entamer définition, entamer dictionnaire de langue grec, entamer en grec
Traductions
- entamant en grec - έναρξη, την έναρξη, κίνηση, την κίνηση, έναρξη της
- entament en grec - εγκαινιάζω, ανοικτός, ανοιχτός, ανοίγω, αρχίζουν, αρχίσει, να αρχίσει, ...
- entamez en grec - ανοικτός, ανοίγω, ανοιχτός, εγκαινιάζω, αρχή, εκκίνηση, ξεκίνημα, ...
- entamons en grec - ανοιχτός, εγκαινιάζω, ανοικτός, ανοίγω, αρχίζουν, αρχίσει, να αρχίσει, ...
Mots aléatoires
Entamer en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ανοίγω, προέρχομαι, ανοικτός, διάλλειμα, αντεπίθεση, αρχίζω, εξαπολύω, καθελκύω, εγκαινιάζω, ξεκινώ, ανοιχτός, μυώ, διάλειμμα, εκτοξεύω, σπάζω, αρχή, εκκίνηση, ξεκίνημα, έναρξη, έναρξης
Traductions: ανοίγω, προέρχομαι, ανοικτός, διάλλειμα, αντεπίθεση, αρχίζω, εξαπολύω, καθελκύω, εγκαινιάζω, ξεκινώ, ανοιχτός, μυώ, διάλειμμα, εκτοξεύω, σπάζω, αρχή, εκκίνηση, ξεκίνημα, έναρξη, έναρξης