Exiguïté en grec
Traduction: exiguïté, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
μικρότητα, μικρό μέγεθος, μικρού μεγέθους, μικρότητά, λόγω μειωμένων
Autres langues
Mots associés / Définition (def): exiguïté
define exiguïté, exiguité def, exiguïté antonymes, exiguïté contraire, exiguïté des lieux, exiguïté dictionnaire de langue grec, exiguïté en grec
Traductions
- exigible en grec - πρέπων, απαιτούμενος, πληρωτέος, καταβάλλεται, πληρωτέα, που καταβάλλονται, πληρωτέο
- exigu en grec - μικρό, μικρός, μικρές, μικρή, μικρά
- exigèrent en grec - απαίτησε, απαίτησαν, ζήτησε, απαιτούσε, ζητούνται
- exigé en grec - απαιτείται, απαιτούνται, που απαιτείται, που απαιτούνται, απαιτούμενη
Mots aléatoires
Exiguïté en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: μικρότητα, μικρό μέγεθος, μικρού μεγέθους, μικρότητά, λόγω μειωμένων
Traductions: μικρότητα, μικρό μέγεθος, μικρού μεγέθους, μικρότητά, λόγω μειωμένων