Expectative en grec
Traduction: expectative, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ελπίδα, ελπίζω, περίμενε, ευελπιστώ, εμπιστοσύνη, εμπιστεύομαι, περιμένω, προοπτική, προσδοκία, εμπιστοσύνης, προσδοκίες, την προσδοκία
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): expectative
expectative antonymes, expectative armée, expectative armée définition, expectative cnrtl, expectative définition, expectative dictionnaire de langue grec, expectative en grec
Traductions
- expatrier en grec - εκπατρισμένος, εκπατρισμένο, εκπατρισμένων, αποδήμων, εκπατρισμένους
- expatrié en grec - εκπατρισμένος, εκπατρισμένο, εκπατρισμένων, αποδήμων, εκπατρισμένους
- expectorer en grec - πτύω, φτύνω, αποπτύω, απόχρεμψης
- expert en grec - ειδικός, επιτήδειος, εμπειρογνώμονας, τοπογράφος, ικανός, προχωρημένος, εκτιμητής, ...
Mots aléatoires
Expectative en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ελπίδα, ελπίζω, περίμενε, ευελπιστώ, εμπιστοσύνη, εμπιστεύομαι, περιμένω, προοπτική, προσδοκία, εμπιστοσύνης, προσδοκίες, την προσδοκία
Traductions: ελπίδα, ελπίζω, περίμενε, ευελπιστώ, εμπιστοσύνη, εμπιστεύομαι, περιμένω, προοπτική, προσδοκία, εμπιστοσύνης, προσδοκίες, την προσδοκία