Foison en grec
Traduction: foison, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
πλούτος, πολλά, συρροή, διαχυτικότητα, ζωντάνια, άφθονος, αφθονία, πολλοί, εν αφθονία, galore, άυθονος, εν αυθονία
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): foison
a foison, foison antonymes, foison c24, foison c24 driver, foison c48, foison dictionnaire de langue grec, foison en grec
Traductions
- foire en grec - πανηγύρι, δίκαιος, αγορά, ξανθός, έκθεση, εύλογη, δίκαιη, ...
- fois en grec - ώρα, φορά, χρόνος, περίπτωση, αναπαραγωγή, καιρός, πολλαπλασιασμός, ...
- foisonnement en grec - συρροή, αφθονία, φλεγμονή, πρήξιμο, επέκταση, διεύρυνση, επέκτασης, ...
- foisonner en grec - βρίθω, αφθονούν, βρίθουν, αφθονεί
Mots aléatoires
Foison en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: πλούτος, πολλά, συρροή, διαχυτικότητα, ζωντάνια, άφθονος, αφθονία, πολλοί, εν αφθονία, galore, άυθονος, εν αυθονία
Traductions: πλούτος, πολλά, συρροή, διαχυτικότητα, ζωντάνια, άφθονος, αφθονία, πολλοί, εν αφθονία, galore, άυθονος, εν αυθονία